Un Lac (Μία Λίμνη, 2008)

Ένα εξαιρετικό δείγμα πειραματικού κινηματογράφου που αγγίζει τις παρυφές του λυρικού νατουραλισμού από τον Philippe Grandrieux.

Un Lac Poster

ΟPhilippe Grandrieux είναι γνωστός για τις αναλυτικά προκλητικές πειραματικές ταινίες του. Σκηνοθετεί για τον κινηματογράφο τα τελευταία χρόνια και πριν από αυτό είχε ασχοληθεί με το video art για μουσεία και εκθέσεις τέχνης. Αν και έχει γυρίσει μόλις τρεις fictional ταινίες ως τώρα, όλες έχουν συζητηθεί όπου προβλήθηκαν. Η θεματολογία του είναι συνήθως ακραία και αυτό τον εντάσσει στο Γαλλικό ρεύμα του Cinéma du Corps (Κινηματογράφος των Σωμάτων/Πτωμάτων). Μετά από μία απουσία έξι ετών από την δεύτερη ταινία του, La Vie Nouvelle, επιστρέφει το 2008 με το Un Lac (A Lake / Μία Λίμνη). Η ταινία προβλήθηκε για πρώτη φορά στο τμήμα Ορίζοντες του Φεστιβάλ της Βενετίας της ίδιας χρονιάς και έλαβε Ειδική Μνεία.

Un Lac (1)

Η ιστορία εξελίσσεται σε μία άγνωστη δασική περιοχή την περίοδο του χιονισμένου χειμώνα. Ο νεαρός Alexi (Dmitry Kubasov) είναι ξυλοκόπος, πάσχει από επιληψία και έχει συχνές κρίσεις όταν βρίσκεται στο δάσος. Η μόνη που μπορεί να τον καταλάβει είναι η αδερφή του, Hege (Natálie Řehořová), με την οποία έχει μία ξεχωριστή επικοινωνία και σχέση. Οι δυο τους, ζούνε μαζί με την τυφλή μητέρα τους, τον πατέρα τους και τον ανήλικο αδερφό τους σε μία απομονωμένη καλύβα κοντά σε μία λίμνη. Μία μέρα ο Alexi συναντά τυχαία στο δάσος έναν άγνωστο άνδρα, τον Jurgen (Alexei Solonchev) που έρχεται και διαταράσσει την ερημιτική οικογένεια τους.

Un Lac (2)

Ο Grandrieux καταφέρνει να απεικονίσει ένα μεταφυσικό σιωπηλό και τρομακτικά ιλιγγιώδες ποίημα τοποθετημένο στα παγωμένα δάση των Άλπεων. Η ιστορία είναι εν μέρη βασισμένη σε ένα γνωστό Νορβηγικό βιβλίο, Fuglane (Τα Πουλιά) του Tarjei Vesaas, που επίσης διηγείται τη σχέση μίας αδερφής με τον αδερφό της που έχει μαθησιακές δυσκολίες. Όπως στο βιβλίο έτσι και στην ταινία ο βασικός ήρωας λόγω των προβλημάτων που έχει προσπαθεί να επικοινωνήσει με τους υπόλοιπους μέσω της φύσης την οποία αντιλαμβάνεται σε ένα διαφορετικό βαθμό. Για αυτό το λόγο ο Alexi θέλει να βρίσκεται στο δάσος που το νιώθει οικείο και μόνο η Hege γνωρίζει για αυτή του την ανάγκη. Ο Grandrieux αποφασίζει να τοποθετήσει την ιδιάζουσα Αγία Οικογένειά του δίπλα σε μία παγωμένη λίμνη σε έναν θεωρητικά νεκρό Παράδεισο που μπορεί μόνο να αλλάξει με την έλευση του αγνώστου Πειρασμού. Με εξαίρεση τα δύο αδέρφια τα υπόλοιπα μέλη της οικογένειας χρησιμοποιούνται περισσότερο ως ζωντανές φιγούρες σε έναν τραγικά ήρεμο καμβά. Οι αλλαγές που φέρνει ο άγνωστος στην τυπικά αδιατάρακτη ζωή των ηρώων θα είναι έντονες και ιδιαίτερα επώδυνες ειδικά για τον Alexi. Οι στενές σχέσεις που αναπτύσσει ο Jurgen με την Hege, θα άρουν την αποκλειστικότητα που είχε ο Alexi στην ζωή της.

Un Lac (3)

Σκηνοθετικά ο Grandrieux αποφασίζει να προχωρήσει ένα βήμα παραπάνω στον πειραματισμό που έχει συνηθίσει το κοινό του. Όλη η ταινία είναι γυρισμένη με μία ψηφιακή κάμερα στο χέρι και για πρώτη φορά ο ίδιος αναλαμβάνει και την διεύθυνση φωτογραφίας. Ο φωτισμός τις περισσότερες φορές είναι ελλιπέστατος ενώ κάποιες φορές γυρίζει στο απόλυτο σκοτάδι. Δεν υπάρχει σχεδόν κανένα πλάνο που ο θεατής μπορεί να έχει πλήρη εικόνα της δράσης γιατί η τρεμάμενη κάμερα εστιάζεται μόνο σε ένα τμήμα αυτής. Τα χρώματα επίσης είναι απόντα καθώς τις λίγες φορές που προσπαθούν να εμφανιστούν επικαλύπτονται από την ομίχλη και το απόλυτο λευκό του χιονιού. Έτσι ο συνδυασμός των δύο απόλυτων άκρων αφήνουν στο τέλος μία αίσθηση ασπρόμαυρου τοπίου. Όπως είναι λογικό αυτή η φειδώ εικόνας προκαλεί σύγχυση και αμφιβολίες για το τι συμβαίνει. Σε αντιδιαστολή με τα οπτικά ψήγματα που προσφέρονται, ο ήχος θα μπορούσε να χαρακτηριστεί υπερβολικός και εκνευριστικά ρεαλιστικός. Η έλλειψη πραγματικών διαλόγων και η κοντινή λήψη του ήχου σε συνδυασμό με την αποκλεισμένη καλύβα και το ατέλειωτο δάσος, προκαλούν μία αντιφατική αίσθηση. Τα πάντα συμβαίνουν σε ένα εντελώς ανοιχτό φυσικό περιβάλλον που όμως ταυτόχρονα εντείνουν την κλειστοφοβία. Το μόνο που διακόπτει τις ανάσες είναι οι πτώσεις των δέντρων.

Un Lac (4)

Οι ταινίες του Grandrieux χαρακτηρίζονται από ασάφεια στο να προσδιοριστούν γεωγραφικά και εθνικά. Στο Un Lac δημιουργεί ένα βορειοευρωπαϊκό τοπίο, χρησιμοποιώντας κυρίως Ρώσους ηθοποιούς και οι ελάχιστοι διάλογοι είναι στα Γαλλικά. Η εμμονή του στον μινιμαλισμό και η επικέντρωση του στην βάση της κινηματογράφησης μετατρέπουν τις ταινίες του σε πειραματικές εκθέσεις που δεν έχουν πολιτισμικούς αλλά ούτε και τεχνικούς περιορισμούς. Καταφέρνει με την ίδια ευκολία που κινείται ανάμεσα σε ανθρώπους και περιοχές να το κάνει και ανάμεσα στην εικόνα, τον ήχο και την αφήγηση. Η έλλειψη κανόνων και ορίων δίνουν αναπόφευκτα μια πιο απελευθερωμένη αίσθηση στην ταινία που θεωρητικά μπορεί να προσεγγιστεί ευκολότερα από μεγαλύτερο εύρος κοινού. Βέβαια αυτή η απότομη και έντονη κατάργηση όλων των γνωστών μοτίβων δεν κάνουν το Un Lac μια προσιτή ταινία. Οι απαιτήσεις για την θέαση του είναι αρκετές, αφού εκτός από την προσαρμογή στους νέους κανόνες είναι απαραίτητη και η απόλυτη προσήλωση σε ένα όχι τόσο ελκυστικό οπτικά έργο. Αυτός ήταν και ένας από τους βασικούς λόγους που δεν επέτρεψαν στην ταινία να έχει μία ευρεία κινηματογραφική διανομή.

Un Lac (5)

Αν ξεπεραστούν οι αρχικοί φόβοι και ενδοιασμοί για την ταύτιση με τους ήρωες το Un Lac αποτελεί ένα εξαιρετικό δείγμα πειραματικού κινηματογράφου που με λίγη υπερβολή αγγίζει τις παρυφές του λυρικού νατουραλισμού. Η φύση όντας έντονα παρούσα προκαλεί την διττή υπόσταση του ήρωα και του θεατή. Ένστικτο και λογική θα πρέπει να ισορροπήσουν ακόμα και όταν η επιληπτική κρίση ή η κινηματογράφηση διαστρεβλώνουν τις αισθήσεις και τίποτα δεν είναι ξεκάθαρο. Σίγουρα η απαισιόδοξη και δωρική αισθητική της ταινίας δεν αφήνουν περιθώριο σε συναισθηματικό πλουραλισμό αλλά στο τέλος σε στοιχειώνουν. Όσο για την αφήγηση, σύμφωνα με τον Grandrieux: “Δεν πιστεύω στις ιστορίες. Για εμένα οι ταινίες είναι αντικείμενα. Είναι πλαστικές και συνεχώς διαμορφώνονται.

Free Comments!