Faces (Πρόσωπα, 1968)
Ο John Cassavetes αποτυπώνει με ρεαλισμό τις ανθρώπινες σχέσεις, όπως αυτές διαμορφώθηκαν τα τελευταία χρόνια.
Οι αρχές της δεκαετίας του 1960 δεν ήταν και η καλύτερη περίοδος στη καλλιτεχνική πορεία του John Cassavetes, τουλάχιστον σύμφωνα με τον ίδιο. Αν και είχε ήδη κάνει το σκηνοθετικό του ντεμπούτο το 1958 με το Shadows, οι επόμενες δύο δουλειές του δεν τον άφησαν καθόλου ικανοποιημένο. Είχε βρει πως τόσο το Too Late Blues (1961) όσο και το A Child Is Waiting (1963) είχαν γίνει με βάση τα πρότυπα του Hollywood και αυτό δεν του ταίριαζε. Έτσι αποφάσισε να τα εγκαταλείψει όλα, να απομονωθεί για λίγο καιρό και να γράψει. Το 1965 κατάφερε τελικά να ξεκινήσει τα γυρίσματα για το Faces (Πρόσωπα) που θα αποτελούσε και ουσιαστικά την πρώτη του δουλειά όπως την ήθελε. Τα γυρίσματα θα ολοκληρωνόντουσαν περίπου έξι μήνες μετά αλλά λόγω της δύσκολης οικονομικής του κατάστασης χρειάστηκαν συνολικά τρία χρόνια για να τελειώσει η επεξεργασία του υλικού. Η ταινία βγήκε τελικά στις Αμερικάνικες αίθουσες στα τέλη του 1968.
Ο Richard Forst (John Marley) πλησιάζει τα 60, είναι παντρεμένος και επιτυχημένος διευθυντής σε μία μεγάλη ασφαλιστική εταιρία. Ζει με την γυναίκα του Maria (Lynn Carlin) σε ένα τυπικό αστικό προάστιο. Παρά την φαινομενικά ευτυχισμένη ζωή ο Richard παραμένει ανικανοποίητος. Μετά από ένα βράδυ που περνά στο σπίτι της συνοδού πολυτελείας, Jeannie (Gena Rowlands), αποφασίζει να ανακοινώσει στη γυναίκα του πως θέλει διαζύγιο. Αυτό θα είναι και η αρχή μιας σειράς αντιδράσεων που θα αλλάξει τόσο την προσωπική όσο και την οικογενειακή τους ζωή.
Στην ουσία τα Πρόσωπα θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως ένα sequel της πρώτης του ταινίας Shadows ή ίσως καλύτερα μία εναλλακτική έκδοσή της, που διατηρεί παραπλήσιους προβληματισμούς. Τα πάντα που θα μπορούσαν να απασχολήσουν την τυπική αστική κοινωνία της δεκαετίας του 1960 αποτελούν τον κεντρικό άξονα της θεματολογίας της. Απαισιοδοξία, συναισθηματική ανασφάλεια, φόβος για το μέλλον, αυξημένες οικονομικές ανάγκες, αμφισβήτηση για τη θρησκεία, αδιαφορία για την πολιτική και αυξανόμενες προσωπικές απαιτήσεις δίνουν έντονο παρόν. Ο ριζοσπαστικός νέος ατομισμός είναι μία από τις πρώτες επιπτώσεις της εφαρμογής της ψυχολογίας της μάζας μέσω της φρέσκιας επιθετικής διαφήμισης της εποχής. Νέοι κανόνες θα τεθούν στη ζωή όλων και αυτοί ξαφνικά διέπουν τις διαπροσωπικές σχέσεις τόσο σε φιλικό αλλά κυρίως σε ερωτικό επίπεδο. Άγνωστοι εξωγενείς παράγοντες επιβάλλουν μια αλλαγή στον ως τότε καθιερωμένο και σε ένα βαθμό παραδοσιακά συντηρητικό τρόπο ζωής. Τα απρόσμενα κενά που δημιουργούνται στην προσωπική ικανοποίηση θα είναι η αρχή της κατάρρευσης του Αμερικάνικού ονείρου. Η οικογένεια, ένα καλό σπίτι, το τυπικό σεξ και η επαγγελματική καριέρα πλέον δεν αρκούν. Ακόμα και ο απομονωμένος και μεσήλικας Richard όταν έρθει σε επαφή με το καινούριο θα διαβρωθεί και θα απαιτήσει αλλαγές. Το πολύ δυνατό Εμείς που ήταν η βάση των πιστεύω του θα διαλυθεί μπροστά στο νέο κυρίαρχο Εγώ. Η καινοτόμος ατομική ελευθερία θα οδηγήσει τον Richard να βρει διαφορετικές απολαύσεις. Με προσοχή και χωρίς να βιάζεται ο Cassavetes παίρνει ένα ένα τα ιδανικά της γενιάς του με σκοπό να τα οδηγήσει σε μία μεθοδική αποδόμηση. Μέχρι και η θρησκεία ερμηνεύεται ξανά μέσα από ένα αριστερό πρίσμα από τα χείλη ενός τυπικού πρότυπου καπιταλιστή. Για να τονιστεί ο εμφατικός τρόπος της κυριαρχίας του Εγώ απέναντι στο Εμείς ακόμα και η δομή των συζητήσεων αλλάζει, οδηγώντας τους διαλόγους σε ατελείς παράλληλους μονολόγους χωρίς ουσιαστική κατάληξη. Μετατρέπονται περισσότερο σε εξομολογήσεις, όχι όμως σε κάποιον ιερέα αλλά στην αγαπημένη σου πόρνη. Οι αλλαγές αυτές εξαλείφουν το χάσμα γενεών και όλοι φαινομενικά έχουν τις ίδιες θεωρητικές ανάγκες να καλύψουν.
Ακολουθώντας πιστά τους κανόνες τόσο του Cinéma Vérite όσο και της Nouvelle Vague η ταινία είναι γυρισμένη εξολοκλήρου με κάμερα στο χέρι και σε φιλμ στα 16μμ. Όπως δηλώνει και ο τίτλος όλη η εξέλιξη βρίσκεται στα πρόσωπα των ηρώων της. Ο Cassavetes δουλεύει με πολύ κλειστά πλάνα και κάνει σχεδόν μόνιμα κοντινά στους πρωταγωνιστές του. Η τεχνική αυτή σε συνδυασμό με την ασπρόμαυρη κοκκώδη φωτογραφία της εικόνας αφήνει μία αίσθηση ωμού ρεαλισμού στον θεατή, σαν ένα βρώμικο documentary. Το σενάριο στα Πρόσωπα για τον Cassavetes ταυτόχρονα η πιο ενδελεχής δουλειά του ως τότε αλλά και ίσως και η πιο εύκολη στην υλοποίησή της. Με βασικό γνώμονα την επίθεση στην μεσαία τάξη των προαστίων και βασιζόμενος σε δικές του αναμνήσεις από ανθρώπους που τον ενόχλησαν στη ζωή του, έγραψε σχετικά γρήγορα τα πρώτα κομμάτια. Το κείμενο αρχικά προοριζόταν για θεατρικό έργο, αργότερα όμως προστέθηκαν σκηνές που απαιτούσαν μόνο κινηματογραφική έκφραση. Ο Cassavetes δυσκολεύτηκε αρκετά να βρει ηθοποιούς και μη-ηθοποιούς που θα μπορούσαν να φέρουν σε πέρας το έργο του και να έχει μαζί τους συγγενείς απόψεις για τον Θεό, την πολιτική και τους ανθρώπους. Παρά το αυστηρό σενάριο οι διάλογοι έχουν αρκετές δόσεις αυτοσχεδιασμού κάτι που πάντα επιβράβευε ο σκηνοθέτης. Άλλωστε η διαφορά του άψυχου σεναρίου από το φιλμ είναι οι άνθρωποι που το ερμηνεύουν και το κάνουν αληθινό. Για πρώτη φορά η γυναίκα του Gena Rowlands γίνεται βασική πρωταγωνίστρια και αμέσως αναγνωρίζεται ως ένα από τα νέα σύμβολα του τότε ανεξάρτητου Αμερικάνικου κινηματογράφου. Οι μεταλλάξεις της ταινίας δεν τελειώνουν ποτέ, αφού ακόμα και όταν τα γυρίσματα ολοκληρώθηκαν, ο Cassavetes δεν σταμάτησε να πειραματίζεται. Η αρχική έκδοση της άγγιζε τις τρεις ώρες, αργότερα μειώθηκε κατά 50 λεπτά για την επίσημη διανομή αλλά υπήρξαν και αρκετές άλλες εναλλακτικές εκδόσεις που ο ίδιος απέρριψε.
Τα Πρόσωπα δεν είναι ένα δοκίμιο στο παρελθόν. Ξεπερνάει όλες τις κλασσικές συμβάσεις και πετάει στα μούτρα την αλήθεια που πρεσβεύει. Παρά τις διαφωνίες που μπορεί να υπάρξουν με τις απόψεις που εκφράζονται, είναι μία ρεαλιστική απεικόνιση των ανθρώπινων σχέσεων όπως αυτές διαμορφώθηκαν τα τελευταία χρόνια. Τα ζευγάρια θα μπορούν πάντα να έχουν παρόμοιες συζητήσεις, ίσως με ελαφρώς διαφοροποιημένη δομή αλλά η βάση τους θα παραμένει κοινή. Στις εισαγωγικές του σημειώσεις για την ταινία ο John Cassavetes καταλήγει: “Η κοινωνία πρέπει να αποβάλει τις ασήμαντες προκαταλήψεις της και τα λανθασμένα ινδάλματα της και αν είναι απαραίτητο να κάνει μία νέα αρχή όπου οι άνδρες αλλά και οι γυναίκες μπορούν να είναι ευγενικοί με τους εαυτούς τους.“