Mlad i Zdrav kao Ruža (1971)
Η λογοκριμένη ταινία του Jovan Jovanović είναι μία ασυμβίβαστη ωμή αποδόμηαη του Σοσιαλιστικού Ονείρου στην καρδία του Τιτοκρατούμενου Βελιγραδίου.
Το Νέο Φιλμ ή Μαύρο Κύμα (Crni Talas) ήταν το βασικό κινηματογραφικό ρεύμα που κυριάρχησε στην Γιουγκοσλαβία κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 60 και αποτέλεσε αναμφισβήτητα τη σημαντικότερη καινοτομία στον ως τότε βαλκανικό κινηματογράφο. Ο Jovan Jovanović αν και ξεκίνησε αργότερα από άλλους σκηνοθέτες αποτέλεσε μέλος του κύματος έστω και με μικρή καλλιτεχνική παρουσία. Στα 28 του τελειώνει τις σπουδές του και το 1969 παρουσιάζει την μικρού μήκους ταινία Izrazito Ja (Incredibly I), μια σπουδή στο νυχτερινό Βελιγράδι και τη ζωή σε αυτό. Η αφηγηματική της ταινίας θα συζητηθεί, ενώ παρουσιάζει ομοιότητες και με το Taxi Driver (1976) του Martin Scorsese αν και βγήκε 7 χρόνια νωρίτερα. Η πρώτη μεγάλου μήκους ταινία του, Mlad i Zdrav kao Ruža (Young and Healthy As a Rose), βγαίνει το 1971 και θα προκαλέσει αίσθηση σε όσους πρόλαβαν να την δουν τότε.
Το Mlad i Zdrav kao Ruža ξεκινά ως ένα καθαρόαιμο homage στον Jean-Luc Godard σε βαθμό αντιγραφής, και δεν κάνει καμία προσπάθεια να το κρύψει. Η έναρξη είναι σχεδόν κοπιαρισμένη από αυτή του À Bout de Souffle. Στη θέση του Michel Poiccard βρίσκεται ο Stevan Nikolić (Dragan Nikolić) και το σκηνικό δεν είναι το Παρίσι αλλά το Τιτοκρατούμενο Βελιγράδι των αρχών του 70. Ο 25χρονος Stevan είναι όπως και ο Michel ένας outlaw, είναι επίσης πρώην μέλος της Σοσιαλιστικής Νεολαίας, πρώην ακτιβιστής και πρώην μέλος του Κομμουνιστικού Κόμματος. Έχει προλάβει ήδη να απομυθοποιήσει το σύστημα που τον τρέφει, και είναι λάτρης της Δύσης, των αυτοκινήτων και του καπιταλισμού. Με έφεση στα Αγγλικά και μόνιμη αμφίεση ένα πουκάμισο-Union Jack, κυκλοφορεί και δρα ως ένας εν δυνάμει punk ήρωας. Ο Stevan καταφέρνει χρησιμοποιώντας κάθε παράνομη μέθοδο, να αναρριχηθεί από αστικός παρίας, σε αρχηγό και εμπνευστή μιας εγκληματικής ή και επαναστατικής ομάδας που θα κυριαρχήσει στο Βελιγράδι.
Η θεματολογία δεν περιορίζεται πουθενά ούτε γίνεται σε καμία στιγμή πολιτικά ορθή: σεξ, πόρνες, νταβατζήδες, μπάτσοι, βία, ναρκωτικά, όργια, όπλα, όλα αποτελούν βασικά στοιχεία του εξαιρετικού μίγματος. Ο Jovanović έρχεται και προσθέτει σε όλα αυτά δόσεις υποτιθέμενης σοσιαλιστικής φιλοσοφίας, Βαλκανικό χάος και Σέρβικη ειρωνεία, χρωματίζοντας με έναν περίεργο τόνο την ταινία. Παράλληλα προσπαθεί να συγκεράσει μέσα σε 75 λεπτά τα καταστροφικά αποτελέσματα που έχει επιφέρει το μονολιθικό καθεστώς του Τίτο στους νέους της χώρας του δίνοντας τους ταυτόχρονα και ένα βήμα διαμαρτυρίας. Καθώς ασκεί την έντονη κριτική του στο Κράτος, ο Jovanović, σατιρίζει ευθέως και τους ίδιους τους νέους, τις αξίες τους, τον αμοραλισμό τους, τις δήθεν επαναστάσεις τους και την απροθυμία τους για αλλαγές. Άλλωστε ο Stevan δεν είναι τίποτα άλλο παρά ένας από αυτούς, δηλαδή ένα δημιούργημα της ίδιας ιδεατής σοσιαλιστικής κοινωνίας. Αν θεωρηθεί προφητική φράση του, “Είμαι το μέλλον σας“, τότε γίνεται μία πρόβλεψη, έστω και πρόωρα, για την επικείμενη ηθική και ουσιαστική κατάπτωση τόσο των νέων όσο και του συστήματος που συνεχίζουν να στηρίζουν.
Ο Jovanović καταφέρνει να δημιουργήσει ένα χαοτικό κλίμα και να αποδώσει με έντονη σκληρότητα τις εικόνες του, αυτό βέβαια δεν τον εμποδίζει να δώσει ένα πειστικό και ρεαλιστικό αποτέλεσμα. Σε αυτό το περιβάλλον, ο ρυθμός δείχνει ασταμάτητος και ακούραστος και μοιάζει να ακολουθεί πιστά την υπερένταση του ήρωα. Τα πάντα γίνονται γρήγορα, όλες οι εξελίξεις περνάνε με τέτοια ταχύτητα που νιώθεις πως ποτέ κανείς και τίποτα δεν μένει στάσιμο. Σαφώς σε αυτό βοηθάει και η σχεδόν μόνιμη χρήση της κάμερας στο χέρι, που έχει μία δόση ερασιτεχνισμού, αλλά προσδίδει ένα cult άγγιγμα στο τέλος. Ο Jovanović ακολουθεί πιστά τις ιδέες του ανεξάρτητου κινηματογράφου και στο επίπεδο του αυτοσχεδιασμού, έτσι σχεδόν τίποτα δε μένει αυστηρά πιστό στο σενάριο. Λόγω του θέματος, όπως είναι φυσικό, το γυμνό κυριαρχεί, το ίδιο και η slang, με αποτέλεσμα η αισθητική να πλησιάζει περισσότερο exploitation φιλμ παρά σε Nouvelle Vague. Συμπερασματικά, η σκηνοθεσία θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως ένα ιδιάζον πέρασμα από Godard, Cassavetes και Russ Meyer, σε παράλληλους δρόμους με Scorsese, αποτελώντας και ένα πρωτόλειο δείγμα Quentin Tarantino.
Η ταινία προφανώς δεν αποτελεί μια μελέτη της κοινωνίας του Βελιγραδίου και κατ’ επέκταση της Γιουγκοσλαβίας αν και αρχικά αυτό ήταν το πλάνο που είχε αναφερθεί στους κυβερνώντες. Το θεωρητικό σενάριο ήταν πως ένας νέος σκηνοθέτης θα παρουσίαζε μία ταινία με θέμα τα προβλήματα των νέων στον σοσιαλιστικό παράδεισο του Τίτο, αντ’ αυτού οι λογοκριτές ήρθαν αντιμέτωποι με ένα βασανιστήριο. Προφανώς ο Jovanović είχε γνώση του έργου του και ήξερε πως κάτι τέτοιο δεν θα περνούσε ποτέ από τη λογοκρισία. Όμως προτίμησε να μην συμβιβαστεί για να συγκαλύψει όσα ήθελε να πει, αντιθέτως τα προέβαλε όλα στον υπέρτατο βαθμό. Η ωμότητα του θέματος δεν αφήνει περιθώρια στον θεατή, του ρίχνει τα πάντα στα μούτρα και δεν κάνει καμία απόπειρα να ωραιοποιήσει τις καταστάσεις. Η λογοκρισία ποτέ δεν απαγόρευσε επίσημα την ταινία, απλά μετά την αρχική της έξοδο, αποσύρθηκε γρήγορα επειδή θα διέφθειρε τους νέους και θα τους δημιουργούσε λανθασμένα πρότυπα. Έτσι έμεινε χωρίς προβολή για 35 χρόνια, μέχρι το 2006 όταν και έκανε επίσημη πρεμιέρα στο Φεστιβάλ Βελιγραδίου, παρουσία του Jovanović.
“Η λογοκρισία ποτέ δεν απαγόρευσε επίσημα την ταινία, απλά μετά την αρχική της έξοδο, αποσύρθηκε γρήγορα επειδή θα διέφθειρε τους νέους και θα τους δημιουργούσε λανθασμένα πρότυπα. Έτσι έμεινε χωρίς προβολή για 35 χρόνια…”
Δεν είναι ότι απαγορεύουμε την προβολή της ταινίας, απλά δεν πρόκειται να βρεις μέσο να την παρουσιάσεις – θα φροντίσουμε εμείς γι’αυτό #klaiw
Ακριβώς αυτό έγινε. Είμαι περίεργος πως και καθυστέρησε τόσα πολλά χρόνια η επίσημη προβολή της. Δεν βρήκα κάπου κάποια στοιχεία πάνω σε αυτο.