Io e Te (Εγώ κι Εσύ, 2012)
Ο Bernardo Bertolucci επιστρέφει με ένα συναισθηματικό εφηβικό δράμα και καταφέρνει ακόμα να εντυπωσιάζει τους θεατές του.
Μετά από ένα σοβαρό ατύχημα και στη συνέχεια μία αποτυχημένη εγχείρηση στη πλάτη, ο Bernardo Bertolucci έχασε την ικανότητα να περπατάει και μαζί της έχασε και την επιθυμία του να σκηνοθετήσει ξανά. Αποφάσισε να απομονωθεί για μια μεγάλη περίοδο και έτσι η καλλιτεχνική του επιστροφή εννιά χρόνια μετά την προηγούμενή του δουλειά, The Dreamers (2003), ήρθε ως μία ευχάριστη έκπληξη για όλους τους θαυμαστές του αλλά επίσης ήγειρε κάποιες απορίες για το τελικό αποτέλεσμα. Το Io e Te (Εγώ κι Εσύ) είναι ένα ελαφρώς low budget δράμα για τα δεδομένα του Bertolucci και έκανε την πρεμιέρα του εκτός συναγωνισμού στο 65ο Κινηματογραφικό Φεστιβάλ των Καννών.
Ο Lorenzo (Jacopo Olmo Antinori) είναι ένας εσωστρεφής νευρωτικός δεκατετράχρονος που ζει με τη μητέρα του Arianna (Sonia Bergamasco). Ο Lorenzo μισεί το σχολείο, δεν μπορεί να επικοινωνήσει με τους συνομηλίκους του και προτιμά τον δικό του κόσμο της μουσικής και των βιβλίων. Η μητέρα του τον στέλνει σε έναν ψυχολόγο με σκοπό να τον βοηθήσει με αυτή του την κατάσταση. Όταν το σχολείο διοργανώνει μία εβδομαδιαία εκδρομή για σκι, ο Lorenzo αποφασίζει να μην πάει και αντιθέτως ετοιμάζεται κρυφά να περάσει αυτήν την εβδομάδα μόνος στο υπόγειο της πολυκατοικίας του. Η ειδυλλιακή εβδομάδα μοναξιάς του διαταράσσεται από την ξαφνική εμφάνιση της εικοσάχρονης ηρωινομανούς ετεροθαλούς αδερφής του, Olivia (Tea Falco). Όταν εκείνη ανακαλύπτει την κρυψώνα του, απαιτεί να μείνει μαζί του καθώς είναι άστεγη. Έτσι θα πρέπει να περάσουν τις επόμενες ημέρες μαζί κρυμμένοι σε αυτό το μικρό υπόγειο.
Η επιστροφή του Bertolucci είναι αρκετά ενδιαφέρουσα καθώς επιλέγει αυτό το δυνατό κλειστοφοβικό δράμα ενηλικίωσης που μπορεί να δείχνει περιορισμένο στο χώρο όμως λειτουργεί ιδιαίτερα παρεισφρητικά. Παίρνοντας ως πρόφαση την ιστορία των δύο νεαρών, ο σκηνοθέτης ακολουθώντας το παρελθόν του, χτίζει ένα μυστήριο γύρω τους. Θεωρητικά ο Lorenzo και η Olivia είναι αδέρφια αλλά στην πραγματικότητα δεν γνωρίζονται τόσο καλά. Θα μπορούσαν να είναι επίσης φίλοι, αλλά δεν μοιράζονται ουσιαστικά τις ίδιες σκέψεις και ιδέες. Θα μπορούσαν να είναι απλά δύο άγνωστοι που περνούν μερικές ημέρες μαζί κατά τύχη. Θα μπορούσαν να είναι μέχρι και εραστές αφού υπάρχει πάθος και έντονα συναισθήματα ανάμεσά τους και μία νύξη λανθάνουσας αιμομικτικής αγάπης. Την ίδια στιγμή δείχνουν τόσο διαφορετικοί που ο ένας να είναι αντίθετη πλευρά του άλλου ώστε να αλληλοσυμπληρώνονται. Το ζήτημα είναι πως δεν υπάρχει λόγος να μαθευτεί το τί συμβαίνει μεταξύ τους καθώς ούτε και οι ίδιοι μπορούν να το συνειδητοποιήσουν. Είναι και οι δύο μπερδεμένοι, ο Lorenzo επειδή είναι έφηβος και η Olivia επειδή είναι εξαρτημένη από τα ναρκωτικά. Η οπτική του Bertolucci διαπερνά τις τυπικές ταμπέλες και μένει επικεντρωμένη στον ψυχισμό των ηρώων του. Ο ίδιος προτιμά να μείνει μπερδεμένος όπως είναι εκείνοι, δεν προσπαθεί να τους παρατηρήσει αφ΄υψηλού ως ένας πρεσβύτερος ή να τους δώσει μία λύση ή ένα μάθημα. Ο σκηνοθέτης αφήνεται και αφήνει την κάμερά του να παρασυρθούν από τους ήρωες ίσως επειδή θέλει να νιώσει και αυτός τόσο αθώος και ελεύθερος όσο και εκείνοι.
Σίγουρα το Io e Te δεν είναι το αριστούργημα του Bertolucci και κανείς δεν θα περίμενε κάτι τέτοιο. Παρ’ όλα αυτά είναι πραγματικά εντυπωσιακό πως ένας 72χρονος σκηνοθέτης μπορεί να μείνει τόσο κοντά στο εφηβικό κινηματογραφικό είδος και να είναι ίσως ελκυστικός στο κοινό αυτής της ηλικίας. Όμως δεν του αρκεί αυτό. Μας υπενθυμίζει επίσης το πλούσιο καλλιτεχνικό του παρελθόν ακόμα και με τα ψήγματα κίνησης της κάμερας που μπορούν να επιτραπούν σε τόσο κλειστούς χώρους αλλά και με το να διατηρεί πάντα εμφανές το αγαπημένο του στοιχείο της εισβολής. Το Io e Te είναι μία διασκευή του ομώνυμου τελευταίου βιβλίου του Niccolò Ammaniti και ο Bertolucci συνεργάστηκε μαζί του στην συγγραφή του σεναρίου. Αφού η ιστορία είναι αρκετά γραμμική, τότε όλα βασίζονται στα συναισθήματα και φυσικά ο μόνος τρόπος για να μεταδοθούν είναι μέσω των ερμηνειών των πρωταγωνιστών. Ευτυχώς το cast της ταινίας δείχνει άψογο. Ο Jacopo Olmo Antinori παίζει για πρώτη φορά σε ταινία και μένει πάντα ακριβής χωρίς να δίνει την αίσθηση ενός παιδιού, αντιθέτως δείχνει αρκετά ώριμος. Η Tea Falco, ή όπως την αποκαλεί ο Bertolucci “η μικρή Marlene Dietrich από την Σικελία”, είναι τόσο ρεαλιστικά πειστική χωρίς να πέφτει σε κουραστικές επαναλήψεις που θα μπορούσαν να αποδυναμώσουν τον ρόλο της. Οι δυο τους συνυπάρχουν και συνεργάζονται υπέροχα και στην ουσία παίρνουν όλη την ταινία πάνω τους.
Όπως είναι φυσικό το Io e Te έχει κάποια μειονεκτήματα που μπορεί να είναι ευδιάκριτα αλλά στο τέλος της ταινίας δείχνουν πολύ ασήμαντα ή απλώς τεχνικά. Ο Bernardo Bertolucci αποφάσισε να μην παίξει εκ του ασφαλούς με το να πάει σε μία φιλόδοξη υπερβολική ταινία για να τραβήξει την προσοχή. Επίσης εγκατέλειψε τις αρχικές του προθέσεις να γυρίσει την ταινία σε 3D αφού σκέφτηκε πως θα ήταν μία χυδαία εμπορική κίνηση. Αντιθέτως παρέδωσε ένα ειλικρινές ξεκάθαρα συναισθηματικό νεανικό δράμα με κάποιες μικρές μελοδραματικές δόσεις και τυλίγοντας το στους ήχους του David Bowie μπόρεσε να το κάνει να αναφέρεται με την ίδια ευκολία στους σημερινούς έφηβους αλλά και στους νέους της δικιάς του γενιάς.